Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Βία στην Οικογένεια



Βία στην Οικογένεια


Αναδημοσίευση από : http://www.domviolence.org.cy/?lang=GR&cat=14

To κεφάλαιο αυτό αναφέρεται στον ορισμό της βίας, στις μορφές της, στον κύκλο της βίας, στους μύθους που υπάρχουν γύρω από το θέμα της βίας στην Οικογένεια καθώς επίσης και στο προφίλ των ατόμων που ασκούν ή δέχονται βία.

Βάσει του Περί Βίας στην Οικογένεια Νόμου αρ.119(Ι)/2000,άρθρο 3:

Βία ορίζεται ως:

«Οποιαδήποτε παράνομη πράξη, παράλειψη ή συμπεριφορά με την οποία προκαλείται άμεσα σωματική, σεξουαλική ή ψυχική βλάβη σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας από άλλο μέλος της οικογένειας και περιλαμβάνει και τη βία που ασκείται με σκοπό την επίτευξη σεξουαλικής επαφής χωρίς τη συγκατάθεση του θύματος, καθώς επίσης και τον περιορισμό της ελευθερίας του». Επίσης οποιαδήποτε πράξη ή συμπεριφορά η οποία συνιστά βία και διαπράττεται στην παρουσία ανηλίκου, θεωρείται αδίκημα με βάση τον πιο πάνω Νόμο

ΜΟΡΦΕΣ ΒΙΑΣ


Σωματική
Σεξουαλική
Ψυχολογική
Παραμέληση


Σωματική βία

Αναφέρεται στη βίαιη συμπεριφορά μεταξύ των μελών της οικογένειας, με αποτέλεσμα την παραβίαση της σωματικής ακεραιότητας που μπορεί να περιλαμβάνει από τραυματισμούς μικρής ή μεγάλης έκτασης, ή ακόμα και να καταλήγουν και στο θάνατο του θύματος (μελανιές, κτυπήματα, γρατσουνιές, κάψιμο, κούνημα, τσίμπημα, χαστούκι…).

Σεξουαλική βία

Βίαιη επιβολή σεξουαλικών πράξεων αντίθετα στην στάση ή επιθυμία του θύματος (χωρίς την συνειδητή συγκατάθεση του θύματος).
(συνουσία, αιμομιξία, χάιδεμα, έκθεση σε πορνογραφικό υλικό, έκθεση γεννητικών οργάνων).

Ψυχολογική βία


(Απόρριψη, ανασφάλεια, έλλειψη αλληλοσεβασμού, εξευτελισμός, παραμέληση, τρομοκρατία, φωνές…)

Λεκτική: ύβρεις, προσβολές, απειλές και εκφράσεις μειωτικές και υποτιμητικές.
Κοινωνική: Στοχεύει στην απομόνωση του θύματος. Ο θύτης απαγορεύει στο θύμα να έχει οποιαδήποτε σχέση με συγγενείς, φίλους, γείτονες ή ακόμα και να εργαστεί. Οικονομική:Πλήρης οικονομική εξάρτηση του θύματος από τον θύτη.

Παραμέληση

Η παραμέληση αφορά κυρίως τα παιδιά, τους ηλικιωμένους ή άλλα άτομα που αδυνατούν για διάφορους λόγους να φροντίσουν τον εαυτό τους όπως είναι τα άτομα με χρόνια σοβαρά προβλήματα υγείας, αναπηρία κλπ.

Με τον όρο "παραμέληση" περιγράφεται το φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο ένας ή περισσότεροι ενήλικες που έχουν την ευθύνη της φροντίδας ενός ατόμου, επιτρέπουν να προκληθούν στο άτομο σωματικές κακώσεις ή συνθήκες στέρησης σε τέτοιο βαθμό, ώστε συχνά να επιφέρουν σοβαρές διαταραχές σωματικής, νοητικής, συναισθηματικής η κοινωνικής μορφής ακόμα και το θάνατο.

Επισημαίνεται, ότι άτομα με σχέση φροντίδας, μπορεί εκτός των γονέων, να είναι άλλοι συγγενείς όπως και το προσωπικό ιδρυμάτων, δάσκαλοι, βρεφοκόμοι και άλλοι.

Περίοδος έντασης

Κατά την περίοδο έντασης ο θύτης μπορεί να βρίζει και να προσβάλει το θύμα επιχειρώντας να προκαλέσει την αντίδραση του θύματος. Αν το θύμα αντιδράσει, ο θύτης βρίσκει την αφορμή για να ασκήσει βία. Πολλές φορές το θύμα φοβάται την αντίδραση του θύτη και έτσι συμπεριφέρεται σαν να φταίει. Τελικά, πάντα ο θύτης θα βρει μια δικαιολογία για να ασκήσει βία στο θύμα.

Περίοδος κακοποίησης

Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης ο θύτης είναι συνήθως εκτός ελέγχου. Αρκετές φορές το θύμα τραυματίζεται σοβαρά. Κάποιες φορές το θύμα παραμένει παθητικό προσπαθώντας να προστατεύσει τον εαυτό του. Άλλες φορές το θύμα απλά αμύνεται. Σε κάποιες περιπτώσεις το θύμα μπορεί να κτυπήσει το θύτη, ή να τρέξει και να ζητήσει βοήθεια.

Περίοδος συμφιλίωσης

Μετά την κακοποίηση το θύμα είναι πολύ ευάλωτο. Ο θύτης προσπαθεί να δικαιολογήσει τη βίαιη συμπεριφορά του, περιβάλλει το θύμα με πολλή αγάπη και απολογείται. Ο θύτης υπόσχεται ότι δεν πρόκειται να το ξανακάνει.
Κατά την Περίοδο Συμφιλίωσης δημιουργείται ένας πολύ δυνατός συναισθηματικός δεσμός μεταξύ του θύματος και του θύτη, ο οποίος απομονώνει και τους δύο από την πραγματικότητα.

Όμως……

Με το πέρασμα του χρόνου, η διάρκεια των τριών περιόδων αλλάζει. Η Περίοδος Έντασης διαρκεί όλο και λιγότερο, η Περίοδος Κακοποίησης γίνεται όλο και πιο συχνή και έντονη και η Περίοδος Συμφιλίωσης μικραίνει και γίνεται πιο έντονη. Η βία αποδυναμώνει το θύμα και αλλάζει το χαρακτήρα και την προσωπικότητά του.

Μύθοι και πραγματικότητες

Η κακοποίηση είναι απλώς μια στιγμιαία απώλεια ελέγχου.
Η βία είναι ένας τρόπος συμπεριφοράς που γίνεται χρόνιος για το θύτη, δεν είναι απλώς μια στιγμιαία απώλεια ελέγχου.

Τα κακοποιημένα άτομα είναι τρελά. Ο θύτης προσπαθεί να ρίξει το φταίξιμο στο θύμα.

Τα κακοποιημένα άτομα είναι μαζοχιστές. Σε κανένα δεν αρέσει η βία.

Το ποτό οδηγεί στην βίαιη συμπεριφορά. Το ποτό είναι η αφορμή, μια δικαιολογία.Ο θύτης θα αλλάξει αν το θύμα γίνει πιο υπάκουο και δεν τον εκνευρίζει.
Ο θύτης πάντοτε θα βρίσκει λόγους για να κακοποιεί.

Η κακοποίηση δεν προκαλεί τραυματισμό.
Η βία όταν αρχίσει, κλιμακώνεται και μπορεί να φτάσει μέχρι και τη δολοφονία.

Τα παιδιά χρειάζονται τους γονείς τους ακόμη και αν αυτοί είναι βίαιοι.
Τα παιδιά μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον μεγαλώνουν με αναπτυξιακά και ψυχολογικά προβλήματα.

Το θύμα θα είναι πάντα θύμα και ο θύτης πάντα θύτης.
Με την κατάλληλη βοήθεια και τα 2 άτομα μπορούν να αλλάξουν.

Το φαινόμενο της βίας παρουσιάζεται πιο συχνά και πιο έντονα στα άτομα της κατώτερης τάξης και λιγότερο σε άτομα ανώτερα τάξεων.
Η βία υπάρχει σε όλα τα κοινωνικοοικονομικά στρώματα.

Τα κακοποιημένα άτομα δεν έχουν μόρφωση.
Η κακοποίηση συμβαίνει ανεξάρτητα από το μορφωτικό επίπεδο.

Τα κακοποιημένα άτομα αξίζουν την κακοποίηση τους.
Μύθος που χρησιμοποιούν οι θύτες προσπαθώντας να αποδείξουν ότι σωστά έπραξαν.

Τα κακοποιημένα άτομα μπορούν να αφήσουν το σπίτι τους όποτε θέλουν.


Είναι πολύ δύσκολο, για πολλούς λόγους, ένα θύμα να εγκαταλείψει το σπίτι του


Γιατί Μένει το Θύμα;


- Δεν φεύγει για πολλούς και διαφορετικούς λόγους, ακόμα κι όταν νοιώθει να κινδυνεύει:

- Δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του ως θύμα.

- Δεν γνωρίζει τα δικαιώματά του.

- Φοβάται την εκδίκηση σε βάρος του ή σε βάρος των παιδιών,

- Θρησκευτικές και κοινωνικές αντιλήψεις.

- Δεν έχει δουλειά, την οποία δύσκολα μπορεί να ψάξει αν ο δράστης το απαγορεύει ή έχει

απαγορεύσει και τις κοινωνικές σχέσεις, ακόμα και με την οικογένειά τους.

- Οικονομική εξάρτηση.

- Φόβος ότι δεν θα πιστεύουν και το αξιοπρεπές επάγγελμα ή θέση του συζύγου που θα υποστεί ζημιά

- Φόβος / Απειλές

- Σκέφτεται τα παιδιά, θα «διαλυθεί» η οικογένεια

- Είναι απελπισμένο.

- Πιστεύει ότι είναι αδύναμο.

- Χαμηλή αυτοεκτίμηση.

- Φόβος για αλλαγή.

- Απομόνωση.

- Κατηγορεί τον εαυτό του






Προφίλ θύτη και θύματος

Οι θύτες είναι άτομα με πολύ διαφορετικές προσωπικότητες και με κοινό χαρακτηριστικό τους το ότι δεν διαχειρίζονται σωστά τον εκνευρισμό τους.
Ο θύτης μπορεί να είναι φαινομενικά σκληρός ή αντίθετα να δείχνει καλός άνθρωπος, εργατικός, με χιούμορ, να θεωρείται καλός πατέρας και σύζυγος γιατί είναι ήπιων τόνων και δεν χαρτοπαίζει, δεν έχει φιλενάδες, δεν βγαίνει με άλλες παρέες. Είναι συχνά ‘παλαιών αρχών’ και παραδοσιακών αντιλήψεων σε σχέση με τους ρόλους των δύο φύλων.

Προσπαθεί να πείσει τους πάντες πως η οργή του είναι σπάνια και δικαιολογημένη, ακόμα κι αν είναι καθημερινή. Συχνά καθώς αυτός είναι ο ισχυρός και η γυναίκα του η φοβισμένη που μιλάει λίγο, καταφέρνει να «γοητεύσει» και να πείσει τους πάντες. Ο άνδρας θύτης μπορεί να έχει περισσότερο ελκυστική προσωπικότητα. Αυτό δεν του δίνει βέβαια δίκιο αλλά κάνει κάποιους να ψάχνουν το αίτιο στο θύμα.

Ένα άτομο που κακοποιείται δεν είναι γεμάτο αυτοπεποίθηση και ζωντάνια, δεν αναπτύσσει τα ταλέντα του και είναι συχνά μελαγχολικό, αφηρημένο, έχει ψυχοσωματικά συμπτώματα, αργεί στις δουλειές του, σηκώνει γενικά ένα τεράστιο βάρος για να προστατεύει τον εαυτό του. Συχνά φωνάζει σε τρίτα άτομα και αυτή η στάση του επιτείνεται όταν δεν είναι μπροστά ο θύτης, ή είναι παρών κάποιος που ίσως την προστατέψει (αστυνομικός, πατέρας, αδελφός, κλπ) πράγμα που δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις σε ότι αφορά το θύμα.

Ο θύτης ταπεινώνει το θύμα για το ότι δείχνει κουρασμένο, τα παράπονα ή την ατολμία του που ο ίδιος προκαλεί. Πιθανότατα θεωρεί ότι αγαπάει το θύμα και προσπαθεί να το ‘διορθώσει’, και ότι καθώς δουλεύει σκληρά οι απαιτήσεις του είναι ‘λογικές’ και η βία που ασκεί οφείλεται όχι στην δική του ανικανότητα να αυτοελεγχθεί αλλά στο θύμα που όφειλε να κάνει κάτι διαφορετικό.
Επί πλέον νοιώθει τα μέλη της οικογένειας του (γυναίκα, παιδιά, γονείς) ιδιοκτησία του και καθήκον του να τους ‘νουθετεί’.

Σίγουρα θα το ξανακάνει αν δεν συμβεί κάτι καταλυτικό, όπως μια σύλληψη του ή να βρεθεί αντιμέτωπος με τον θυμό ενός ατόμου που υπολογίζει. Όταν στείλει το θύμα στο νοσοκομείο τότε κάποιοι βγαίνουν από την αδράνεια. Τότε είναι η ώρα των υποσχέσεων και των συγνώμη. Μόνο που μετά από λίγο ξαναρχίζουν τα ίδια, με το θύμα ακόμα περισσότερο φοβισμένο ή παγιδευμένο. Μόνο η παρέμβαση του νόμου, π.χ. η σύλληψη έστω και για ένα βράδυ, από την αστυνομία, καθώς και η σταθερή στάση του περιβάλλοντος φαίνεται να κάνουν τους δράστες να αντιλαμβάνονται ότι σφάλλουν.

Ότι και να λένε σαν συγνώμη είναι μόνο και μόνο για να μην φύγει το θύμα από το οποίο έχουν συνήθως ισχυρή εξάρτηση την οποία ίσως τα θύματα λανθασμένα αντιλαμβάνονται συχνά για αγάπη.




Βία και κακοποίηση στην οικογένεια

Ημερομηνία δημοσίευσης άρθρου: Ιουνίου 8, 2013 Συγγραφέας: Λουίζα Θεοφάνους Κατηγορία: Ψυχολογία



Η βία στην οικογένεια φέρνει βία στην κοινωνία. Γι’ αυτό η βία στην οικογένεια δεν αποτελεί προσωπική ή οικογενειακή υπόθεση αλλά κοινωνικό πρόβλημα που αφορά όλους μας.
(Σύνδεσμος Πρόληψης και Αντιμετώπισης της Βίας στην Οικογένεια)

Η βία και η κακοποίηση στην οικογένεια είναι ένα φαινόμενο που υπήρχε πάντα αλλά τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πιο εμφανές και αντιληπτό με την αύξηση των σχετικών αναφορών και καταγγελιών. Σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών παίζει η ενημέρωση του κοινού και των ειδικών για το τι συνιστά κακοποίηση στην οικογένεια. Στο πλαίσιο αυτό έχω καταλήξει μετά από μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας στον ακόλουθο ορισμό και εξηγώ αναλυτικά πιο κάτω τα διάφορα είδη βίας και κακοποίησης.

Βία είναι κάθε συμπεριφορά μέσω της οποίας το πιο δυνατό μέλος της οικογένειας (από άποψη σωματικής ή λεκτικής δύναμης, κοινωνικής ή οικονομικής θέσης και συνήθως ο σύζυγος ή γονιός) χρησιμοποιεί επιβολή – σωματική, λεκτική, συναισθηματική, κοινωνική, οικονομική ή σεξουαλική – πάνω στον πιο αδύνατο ή τον παραμελεί ή τον καταπιέζει, δείχνοντας του έλλειψη σεβασμού και εκμεταλλευόμενος τη θέση του ως δικαιολογία για να κακομεταχειρίζεται πιο αδύνατα άτομα (είτε σκόπιμα είτε όχι). Οι συνέπειες τέτοιας συμπεριφοράς πάνω στα θύματα μπορούν να είναι βραχυπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες, ψυχολογική, σωματική και σεξουαλική ζημιά, κυμαινόμενη από ελαφρά μέχρι πολύ σοβαρή.

Οι όροι βία και κακοποίηση χρησιμοποιούνται συνήθως ως ταυτόσημοι. Θεωρώ χρήσιμο το διαχωρισμό τους, αφού έρευνες και κλινική εμπειρία αποδεικνύουν ότι υπάρχουν διαφορετικές προεκτάσεις και συνέπειες ανάλογα με τη συχνότητα και την ένταση. Για παράδειγμα, διαφορετικά αισθάνεται κάποιος που έχει δεχτεί σωματική βία μια φορά και διαφορετικά κάποιος που έχει επανειλημμένα γίνει θύμα της. Έτσι, χρησιμοποιώ τον όρο βία για να περιγράψω μεμονωμένα επεισόδια της συμπεριφοράς που περιγράφηκε πιο πάνω στον ορισμό της βίας και τον όρο κακοποίηση για να περιγράψω ένα επαναλαμβανόμενο σχήμα τέτοιας συμπεριφοράς. Η βία μπορεί να είναι ενεργητική ή παθητική. Η ενεργητική βία συνίσταται σε πράξεις και αναφέρεται στη σεξουαλική, σωματική και ψυχολογική βία, ενώ η παθητική σε παραλείψεις και αναφέρεται συνήθως στη σωματική ή ψυχολογική παραμέληση.

Στο πλαίσιο αυτό παρατηρούνται τα ακόλουθα είδη βίας και κακοποίησης στην οικογένεια:


Σεξουαλική κακοποίηση: Περιλαμβάνει το βιασμό, την αιμομιξία και οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικής παρενόχλησης και παραβίασης που επιβάλλεται στο θύμα ενάντια στη θέληση και / ή συναίσθηση του, ή όταν η συγκατάθεση του επιτυγχάνεται μέσω σωματικού ή ψυχολογικού εκφοβισμού και ο θύτης εκμεταλλεύεται την ανάγκη που έχει το θύμα για σημασία από και επαφή με το γονέα ή σύζυγο του. Περιλαμβάνει επίσης την έκθεση ενός παιδιού σε πορνογραφικό υλικό και την εκπόρνευση.

Παραμέληση: Συνιστά παθητική βία η οποία μπορεί να είναι σωματική ή ψυχολογική. Σωματικήπαραμέληση είναι όταν ο γονιός στερεί το παιδί του από τις βασικές φυσικές του ανάγκες όπως διατροφή, ιατρική φροντίδα, ένα ασφαλές σπίτι για να ζει και προστασία από διάφορους κινδύνους (ανάλογα με την ηλικία και το βαθμό ικανότητας ενός παιδιού για αυτο-φροντίδα και αυτο-προστασία). Ψυχολογικήπαραμέληση είναι όταν ένας γονιός στερεί το παιδί του από τις βασικές συναισθηματικές και εκπαιδευτικές του ανάγκες, όπως για παράδειγμα την τρυφερότητα, προσοχή, υποστήριξη, εκπαίδευση και επαγγελματικές ευκαιρίες που μπορεί να του προσφέρει. Η πιο σοβαρή μορφή της παραμέλησης (τόσο σωματικής όσο και ψυχολογικής) ως μορφής κακοποίησης είναι η εγκατάλειψη ενός παιδιού ή έφηβου.

Σωματική κακοποίηση: Αναφέρεται σε κατ’ επανάληψη σωματική κακομεταχείριση ή εκφοβισμό και περιλαμβάνει από ήπιες μέχρι και άγριες σωματικές επιθέσεις, οι οποίες προκαλούν στο θύμα σωματικό πόνο, γδαρσίματα, μώλωπες, εγκαύματα και άλλες κακώσεις που μπορεί να καταλήξουν μέχρι και σε μόνιμες σωματικές βλάβες ή ακόμα και στο θάνατο. Μερικά παραδείγματα τέτοιας συμπεριφοράς χαρακτηριστικής των γονέων ή συζύγων που κακοποιούν σωματικά μέλη της οικογένειας τους είναι το σπρώξιμο, τράνταγμα, κλείδωμα στο σπίτι, χαστούκια, στραγγαλισμός, πρόκληση εγκαύματος και χρήση αιχμηρών και άλλων αντικειμένων όπως ζώνης, καρέκλας και άλλων για να χτυπήσουν το θύμα. Η σωματική βία συνοδεύεται πάντα και από συναισθηματική βία.

Ψυχολογική κακοποίηση: Περιλαμβάνει κατ’ επανάληψη συμπεριφορές ψυχολογικής κακομεταχείρισης και συνοδεύει συνήθως τις υπόλοιπες μορφές κακοποίησης, ενώ είναι αυτή που δυσκολότερα αναγνωρίζεται και γι’ αυτό συνήθως τα θύματα τυγχάνουν της λιγότερης κατανόησης και βοήθειας. Για ευκολότερη αναγνώριση και κατανόηση τη χωρίζω σε 5 είδη: λεκτική, συναισθηματική, κοινωνική, οικονομική και υπερ-προστασία / καταπίεση.

Η λεκτική – ψυχολογική κακοποίηση περιλαμβάνει άμεσες και έμμεσες λεκτικές επιθέσεις. Ωςάμεσες λεκτικές επιθέσεις χαρακτηρίζονται διάφορες εκφράσεις που ευθέως μεταδίδουν υποτίμηση, κριτική και απόρριψη του θύματος, όπως η εξύβριση, οι προσβολές και απειλές. Μερικά παραδείγματα: «Αν επιστρέψεις ξανά αργά στο σπίτι θα σε πετάξω έξω / θα σε χτυπήσω», να αποκαλεί κάποιος το παιδί του βλάκα, κακό, αχάριστο, ύπουλο, συμφεροντολόγο, αλήτη, ψυχοπαθή, πόρνη, άχρηστο, ανίκανο να πετύχει οτιδήποτε στη ζωή του και ανεπιθύμητο, π.χ. «Κανένας δε σε θέλει» ή «Εύχομαι να μη σε γεννούσα ποτέ».
Οι έμμεσες λεκτικές επιθέσεις υπονοούν αυτά που λέγονται ευθέως στην άμεση λεκτική κακοποίηση. Αναφέρονται στη χρήση διαφόρων εκφράσεων εναντίον του θύματος που μεταφέρουν «κρυμμένα» μηνύματα με πλάγιο τρόπο, όπως απειλές, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, κριτική και άλλα που στοχεύουν στην πρόκληση ενοχών και υπονοούν την απόρριψη του θύματος. Μερικά παραδείγματα τέτοιων επιθέσεων: η χρήση συγκρίσεων όπως «δεν είσαι τόσο έξυπνη όσο η αδελφή σου», το να λέει κάποιος στο παιδί του «σου αρέσει να πληγώνεις τους ανθρώπους», «θα με κάνεις να πεθάνω πριν την ώρα μου» κ.ά. Επιπλέον, λόγια όπως «κάποτε διερωτώμαι αν είσαι ψυχοπαθής», «μόνο οι πόρνες συμπεριφέρονται όπως εσύ», «με θυμώνεις τόσο πολύ που μπορεί χωρίς να το θέλω να σε σκοτώσω κάποια μέρα πάνω στα νεύρα μου» κλπ. Σε όλα τα πιο πάνω παραδείγματα αυτό που υπονοείται δε λέγεται με ξεκάθαρο τρόπο και αυτό είναι συνήθως που προκαλεί περισσότερη σύγχυση στα θύματα και αυτούς που προσπαθούν να τους βοηθήσουν. Οι γονείς / σύζυγοι συνήθως εξηγούν τέτοιες έμμεσες λεκτικές επιθέσεις ως την παράθεση απλά γεγονότων, ενώ το θύμα αισθάνεται μειωμένο, προσβεβλημένο και βιώνει συναισθήματα ενοχών και απόρριψης. Το να διαπιστώνει όμως κανείς ένα γεγονός ή να δίνει μια συμβουλή έχει διαφορετικό πλαίσιο και συνέπειες στον αποδέκτη, δηλαδή η επιλογή των λέξεων, ο τόνος φωνής, οι εκφράσεις προσώπου, οι χειρονομίες, το βλέμμα και άλλα μη λεκτικά στοιχεία επικοινωνίας είναι διαφορετικά σε τέτοιες περιπτώσεις και ως αποτέλεσμα ο αποδέκτης δεν τα εκλαμβάνει ως προσβολές ή απόρριψη. Συχνά επίσης, τέτοιες δηλώσεις δεν ανταποκρίνονται καθόλου στην πραγματικότητα ή δίνουν μια διαστρεβλωμένη εικόνα της, έτσι όπως συμφέρει το θύτη να παρουσιάζεται.

Η συναισθηματική – ψυχολογική κακοποίηση συνυπάρχει συνήθως με τη λεκτική κακοποίηση, μπορεί όμως να υπάρχει και από μόνη της. Περιλαμβάνει σχήματα κατ’ επανάληψη συναισθηματικής κακομεταχείρισης που εκφράζεται κυρίως με τα μη λεκτικά στοιχεία επικοινωνίας που αναφέρθηκαν πιο πάνω, όπως το να μιλά κάποιος στο παιδί του με επιθετικό, απειλητικό ή υποτιμητικό ύφος και τόνο (ακόμα και αν τα λεγόμενα από μόνα τους δε μεταδίδουν άμεσα ή έμμεσα απειλές, κριτική ή απόρριψη). Για παράδειγμα, ένας γονιός μπορεί να πει στο παιδί του «Ελπίζω να περάσεις τις εξετάσεις σου» με τέτοιο τρόπο που αυτό που λέει ουσιαστικά είναι «είσαι πολύ χαζός και ανίκανος για να περάσεις τις εξετάσεις», ή να χρησιμοποιεί ειρωνικά βλέμματα ή εκφράσεις προσώπου. Ένας γονιός θα μπορούσε επίσης να πει στο παιδί του «Θέλω να συζητήσω μαζί σου» χρησιμοποιώντας τέτοια επιθετική στάση με το σώμα και τις χειρονομίες του που στην ουσία αυτό που λέει να είναι «Σκάσε και άκουσε τι έχω να σου πω». Άλλες συμπεριφορές που μπορούν να θεωρηθούν ως συναισθηματική βία είναι η παρακολούθηση βίας πάνω σε άλλα άτομα (όπως παιδιά που γίνονται μάρτυρες βίας μεταξύ των γονιών τους), το διώξιμο από το σπίτι, ο εξευτελισμός, το να κάνει κανείς αποκαλύψεις σε ένα παιδί ακατάλληλες για την ηλικία του και η σιωπηλή μεταχείριση (τιμωρία με το να μη μιλά κάποιος παρατεταμένα στο παιδί του επειδή θύμωσε μαζί του).

Η κοινωνική – ψυχολογική κακοποίηση περιλαμβάνει συμπεριφορές που στοχεύουν και / ή καταλήγουν στην κοινωνική απομόνωση του θύματος, αποτρέποντας το από το να αναπτύξει και να διατηρεί στενές σχέσεις με άλλους ανθρώπους. Τέτοια παραδείγματα γονεϊκής κοινωνικής – ψυχολογικής κακοποίησης περιλαμβάνουν το να λέει κάποιος στο παιδί του πράγματα όπως: «μόνο οι γονείς σου σε αγαπούν, οι άνθρωποι είναι κακοί, μόνο τους γονείς σου πρέπει να εμπιστεύεσαι, ο κόσμος είναι επικίνδυνος, ό,τι συμβαίνει σε αυτή την οικογένεια (συμπεριλαμβανομένης της κακοποίησης) είναι οικογενειακό ζήτημα και δεν πρέπει να μιλάς σε κανένα γι’ αυτό». Περιλαμβάνονται επίσης συμπεριφορές που μεταδίδουν παρόμοια μηνύματα και καλλιεργούν εξάρτηση από το θύτη και φόβο να εμπιστευτεί το θύμα άλλους ανθρώπους.

Η οικονομική – ψυχολογική κακοποίηση αποτελείται από συμπεριφορές που στοχεύουν και / ή προκαλούν την πλήρη οικονομική εξάρτηση του θύματος από το θύτη. Περιλαμβάνει επίσης το να χρησιμοποιεί κάποιος τον οικονομικό παράγοντα ως ένα τρόπο να ελέγξει τη συμπεριφορά του θύματος και να του προκαλέσει ενοχές. Οι γονείς που κακοποιούν ψυχολογικά τα παιδιά τους σε οικονομικά θέματα τείνουν να μην τα αφήνουν να εργαστούν ή αλλιώς να τα αποτρέπουν από το να το κάνουν, να χρησιμοποιούν το χρήμα ως ένα τρόπο να τιμωρήσουν και να ελέγξουν τα παιδιά τους και συνήθως ελέγχουν τον τρόπο που ξοδεύουν τα χρήματα τους, π.χ. απαιτούν να γνωρίζουν πώς ακριβώς ξοδεύουν κάθε μικροποσό ή τους απαγορεύουν να τα ξοδεύουν με συγκεκριμένους τρόπους. Τέλος, τέτοιοι γονείς συχνά προκαλούν ενοχές στα παιδιά τους για τα χρήματα που τους δίνουν, π.χ. «αν δεν ξόδευα τόσα λεφτά πάνω σου, θα ζούσα πιο άνετα και ευτυχισμένα, στερούμαι χρήματα εξαιτίας σου, για να σε μεγαλώνω και να σε σπουδάζω».

Η υπερ-προστασία ως μια μορφή κακοποίησης στην οικογένεια αναφέρεται σε καταπίεση που περιλαμβάνει υπερβολική και αχρείαστη προστασία ή έλεγχο του παιδιού / εφήβου / νεαρού ενήλικα, κάτι που μπορεί να καταλήξει σε δυσκολία του παιδιού να γίνει ένας ενήλικας ικανός να αναλαμβάνει ευθύνες και να παίρνει τις δικές του αποφάσεις. Χαρακτηριστικές συμπεριφορές των γονιών που καταπιέζουν (υπερ-προστατεύουν) τα παιδιά τους είναι: Τους απαγορεύουν να βγαίνουν έξω ή τους αφήνουν σπάνια σε σχέση με το πόσο συχνά βγαίνουν τα περισσότερα άτομα της ηλικίας τους, κρυφακούν τις προσωπικές ή τηλεφωνικές τους συνομιλίες, ψάχνουν τα προσωπικά τους αντικείμενα ή διαβάζουν το ημερολόγιο τους, ή εμπλέκονται στην προσωπική τους ζωή με οποιοδήποτε άλλο ακατάλληλο τρόπο, π.χ. λένε στους φίλους τους να σταματήσουν να κάνουν παρέα μαζί τους. Άλλα παραδείγματα αποτελούν το να επιβάλλει κανείς στο παιδί του τις επιθυμίες του σε θέματα προσωπικής επιλογής (όπως η επιλογή κλάδου σπουδών ή επαγγελματικής καριέρας) και άλλες συμπεριφορές που παραβιάζουν τον προσωπικό χώρο του θύματος. Η καταπίεση μπορεί να υπάρχει και από μόνη της χωρίς την υπερ-προστασία, όπως συμβαίνει στην περίπτωση ανάθεσης ευθυνών στο παιδί που δεν του αναλογούν ή στις οποίες δε μπορεί να αντεπεξέλθει. Αυτές μπορεί να είναι πρακτικές, π.χ. εξαναγκασμός σε οικιακή ή άλλη εργασία που η ηλικία του δεν το καθιστά ικανό να κάνει ή δυσανάλογα πολλή και σκληρή σε σχέση με αυτή που κάνουν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, ή ψυχοσυναισθηματικές, π.χ. ένα παιδί να καθίσταται υπεύθυνο για την επίλυση συγκρούσεων μεταξύ των γονιών του και άλλων προβλημάτων.

Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι ένα μεμονωμένο επεισόδιο δε συνιστά κακοποίηση στην οικογένεια, όπως προαναφέρθηκε, αλλά και ότι οι προθέσεις του θύτη συχνά όχι μόνο δεν είναι κακές αλλά είναι καλές, αφού σπάνια συναντά κανείς γονείς ειδικά που θέλουν εσκεμμένα να βλάψουν τα παιδιά τους. Κατ’ επανάληψη συμπεριφορές όμως όπως οι πιο πάνω συνιστούν κακοποίηση, κάτι που είναι σημαντικό να αναγνωρίζεται τουλάχιστο από τα θύματα και τα άτομα που τους περιβάλλουν, αφού σπάνια αναγνωρίζεται από τους ίδιους τους θύτες. Οι συνδυασμοί συμπεριφορών όπως οι πιο πάνω, η σοβαρότητα / ένταση και η συχνότητα της επίθεσης καθορίζουν το είδος και τη σοβαρότητα της κακοποίησης που υπάρχει, κάτι που βοηθά στη σωστότερη αντιμετώπιση της. Είναι σημαντικό πάντως να κατανοήσουμε πως σε κάθε περίπτωση η κακοποίηση είναι κακοποίηση και πληγώνει, ανεξαρτήτως μορφής και έντασης, γι’ αυτό και πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Ενδεικτικά αναφέρονται μερικές συνέπειες της κακοποίησης που έχουν κατοχυρωθεί επανειλημμένα μέσα από διεθνείς έρευνες: κατάθλιψη, χρόνιο άγχος, αυτοκτονία, εγκληματικότητα, κατάχρηση αλκοόλ, ναρκωτικών και ψυχοφαρμάκων, ανορεξία, ψυχοσωματικές διαταραχές, μανιοκατάθλιψη, σχιζοφρένεια, προβληματικές σχέσεις, εγκατάλειψη σχολείου και εργασίας, αίσθημα κενού, μοναξιάς και αποξένωσης, χαμηλή αυτοεκτίμηση, καχυποψία, ενοχές, ντροπή, σεξουαλικά προβλήματα και πολλά άλλα. Έχει διαπιστωθεί ότι οι συνέπειες πάνω στα θύματα είναι συχνά οι ίδιες ανεξάρτητα από τη μορφή ή μορφές κακοποίησης που έχει υποστεί ο καθένας και χρειάζεται συνήθως εντατική ψυχοθεραπεία και ψυχολογική στήριξη από άλλα άτομα ούτως ώστε να μπορέσει κάποιος να ξεπεράσει τις τόσο τραυματικές συνέπειες.

Λουίζα Θεοφάνους – Ιωακείμ
B.Sc. (Hons), M.Sc., MBACP
Συμβουλευτική Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

Για επικοινωνία: louizat@gmail.com, 22376950, 96319724

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου